Όταν η Σιλβί Ντελεζέν, ειδικός στο μάρκετινγκ από τη Λιλ, της Γαλλίας, έψαχνε για δουλειά το 2015, χάρηκε όταν δέχτηκε στο LinkedIn μήνυμα από μια υπεύθυνη ανθρώπινου δυναμικού του γαλλικού υπουργείου Πολιτισμού, που την προσκαλούσε στο Παρίσι για συνέντευξη.
«Ήταν το όνειρό μου να δουλέψω στο υπουργείο Πολιτισμού», είπε.
Αντί όμως για δουλειά, η Ντελεζέν, 45 ετών σήμερα, είναι μία από τις περισσότερες από 240 γυναίκες που βρίσκονται στο κέντρο μιας ποινικής έρευνας για την καταγγελλόμενη χορήγηση ουσιών σε γυναίκες εν αγνοία τους, σε έναν χώρο όπου δεν περίμεναν να στοχοποιηθούν ποτέ: μια συνέντευξη εργασίας.
Ανακριτής εξετάζει τις καταγγελίες ότι, σε διάστημα εννέα χρόνων, σε δεκάδες γυναίκες που πέρασαν από συνέντευξη για δουλειά με έναν ανώτερο δημόσιο υπάλληλο, τον Κριστιάν Νεγκρ, προσφέρθηκαν καφέδες ή τσάι αναμεμειγμένα με ένα ισχυρό και παράνομο διουρητικό, το οποίο εκείνος γνώριζε ότι θα τους προκαλούσε ανάγκη για ούρηση.
Οι γυναίκες λένε ότι ο Νεγκρ συχνά πρότεινε να συνεχιστεί η συνέντευξη έξω, σε μεγάλους περιπάτους μακριά από τουαλέτες. Πολλές από αυτές θυμούνται να παλεύουν με την ανάγκη για τουαλέτα και να αισθάνονται όλο και χειρότερα. Κάποιες, απελπισμένες, λένε ότι ούρησαν δημόσια ή δεν πρόλαβαν να φτάσουν σε τουαλέτα και λερώθηκαν. Κάποιες ένιωσαν ντροπή και αίσθηση αποτυχίας που επηρέασε τη ζωή τους, όπως λένε.
«Τότε, δεν ήξερα καν ότι υπήρχε τέτοιου τύπου επίθεση», είπε η Ντελεζέν.
Φωτογράφιζε τα πόδια συναδέλφων του
Οι καταγγελλόμενες επιθέσεις έγιναν γνωστές το 2018, αφού ένας συνάδελφος ανέφερε ότι ο Νεγκρ είχε προσπαθήσει να φωτογραφίσει τα πόδια μιας ανώτερης αξιωματούχου, οδηγώντας την αστυνομία να ανοίξει έρευνα. Οι αστυνομικοί βρήκαν ένα αρχείο υπολογιστή με τίτλο «Experiments», όπου φέρεται να είχε σημειώσει τις ώρες χορήγησης ουσιών και τις αντιδράσεις των γυναικών.
Το 2019, απομακρύνθηκε από το υπουργείο και τη δημόσια διοίκηση, και τέθηκε υπό επίσημη έρευνα για διάφορες κατηγορίες που κυμαίνονται από χορήγηση ουσιών έως σεξουαλική επίθεση. Η δικηγόρος του, Βανέσα Στάιν, είπε ότι δεν θα σχολιάσει όσο συνεχίζεται η έρευνα. Εν αναμονή της δίκης, ο Νεγκρ έχει καταφέρει να συνεχίσει να εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα.
Η δικηγόρος Λουίζ Μπεριό, που εκπροσωπεί αρκετές από τις γυναίκες, είπε για τις καταγγελλόμενες πράξεις: «Με το πρόσχημα μιας σεξουαλικής φαντασίωσης, πρόκειται για εξουσία και κυριαρχία πάνω στα γυναικεία σώματα… μέσω εξευτελισμού και ελέγχου».
Έξι χρόνια μετά, η υπόθεση είναι η πιο πρόσφατη στη Γαλλία που στρέφει την προσοχή σε κακοποίηση μέσω ουσιών. Ο όρος έγινε ιδιαίτερα γνωστός πέρυσι, όταν η Ζιζέλ Πελικό αποκάλυψε την ταυτότητά της στη δίκη δεκάδων ανδρών που κρίθηκαν ένοχοι για τον βιασμό της, αφού είχε χάσει τις αισθήσεις της λόγω ουσιών που της είχε δώσει ο πρώην σύζυγός της.
Αλλά πολλές γυναίκες στη συγκεκριμένη υπόθεση λένε ότι η δίκη καθυστερεί υπερβολικά, επιδεινώνοντας το τραύμα τους. «Έξι χρόνια μετά, ακόμα περιμένουμε δίκη, είναι απίστευτο», είπε μία από τις γυναίκες, με το ψευδώνυμο Εμιλί. «Παίρνει πάρα πολύ χρόνο. Η διαδικασία απονομής δικαιοσύνης μας τραυματίζει περισσότερο αντί να μας θεραπεύει. Δεν είναι αυτός ο σκοπός της δικαιοσύνης».
Την είχε βάλει να περπατά για ώρες
Η Ντελεζέν ήταν 35 όταν προσκλήθηκε στο επιβλητικό κτίριο του υπουργείου Πολιτισμού κοντά στο Λούβρο και οδηγήθηκε από τον Νεγκρ σε μια αίθουσα συναντήσεων. Από ευγένεια, είπε, δέχτηκε έναν καφέ. «Σε μια συνέντευξη, δεν θα έλεγα ποτέ όχι», είπε.
Το μηχάνημα ήταν σε έναν πολυσύχναστο διάδρομο, και η Ντελεζέν είπε ότι πάτησε η ίδια το κουμπί για ελαφρώς γλυκό καφέ. Ο Νεγκρ φέρεται να πήρε το ποτήρι, να γύρισε να χαιρετήσει έναν συνάδελφο, μετά να κινήθηκε απέναντι στον διάδρομο πριν επιστρέψει και της δώσει το ρόφημα. Πρότεινε να πάνε έξω να δουν κάποια μνημεία, λέγοντας: «Ο καιρός είναι υπέροχος, συνεχίζουμε το περπάτημα;»
Η Ντελεζέν είπε ότι την οδήγησε γύρω από τους κήπους Tuileries απαντώντας σε ερωτήσεις για πολλή ώρα, με τη διαδικασία να διαρκεί αρκετές ώρες. Είχε ανάγκη για δουλειά και είχε αφήσει την προηγούμενη θέση για λόγους υγείας, γνωρίζοντας ότι οι οικονομίες της τελείωναν.
«Όμως ένιωθα όλο και πιο έντονη ανάγκη να ουρήσω», είπε. «Τα χέρια μου έτρεμαν, η καρδιά μου χτυπούσε, ιδρώτας έτρεχε από το μέτωπό μου και κοκκίνιζα. Είπα: «Χρειάζομαι ένα τεχνικό διάλειμμα”. Αλλά εκείνος συνέχισε να περπατά».
Τελικά, δεν άντεξε: «Δεν ήμουν καλά· σκεφτόμουν τι μπορώ να κάνω». Αναγκάστηκε να κατεβεί στην άκρη ενός τούνελ που οδηγούσε σε μια πεζογέφυρα του Σηκουάνα. «Εκείνος πλησίασε, έβγαλε το σακάκι του και είπε: “Θα σε καλύψω”. Το βρήκα περίεργο».
Ήταν συντετριμμένη. «Σκέφτηκα: Κατέστρεψα τη συνέντευξη». Στον δρόμο προς το σπίτι είχε αφύσικη δίψα, πίνοντας λίτρα νερό πολύ γρήγορα. «Τα πόδια μου ήταν τόσο πρησμένα που αιμορραγούσαν μέσα στα παπούτσια».
Τα επόμενα χρόνια, η Ντελεζέν κατηγορούσε τον εαυτό της. Απέφευγε το Παρίσι και σταμάτησε να κάνει αιτήσεις για δουλειά. «Έβλεπα εφιάλτες, είχα ξεσπάσματα θυμού. Δεν έψαχνα δουλειά, νόμιζα ότι δεν αξίζω», είπε.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 2019, η αστυνομία την κάλεσε. Ανακάλυψε ότι τα στοιχεία της είχαν καταχωρηθεί σε υπολογιστικό φύλλο μαζί με φωτογραφίες των κάτω άκρων της. Έκτοτε έχει διαγνωστεί με μετατραυματικό στρες. «Ο χρόνος που χρειάζεται για να πάει η υπόθεση σε δίκη με εξαντλεί», είπε. «Ο θυμός δεν φεύγει».
Μια άλλη γυναίκα που κλήθηκε από την αστυνομία είναι η Αναΐς ντε Βος, η οποία ήταν 28 ετών όταν έκανε αίτηση για θέση βοηθού διοίκησης στο υπουργείο Πολιτισμού το 2011. Δεν πίνει συνήθως καφέ. «Αλλά σε μια συνέντευξη, όταν κάποιος -ειδικά ο προϊστάμενος- προσφέρει καφέ, λες ναι», είπε. Ο Νεγκρ, σύμφωνα με την ίδια, πήγε σε μια γωνία της αίθουσας για να το ετοιμάσει μόνος του.
Πρότεινε να περπατήσουν έξω, αλλά η ντε Βος άρχισε να χρειάζεται τουαλέτα και του ζήτησε να επιστρέψουν γιατί κρύωνε. Εκείνος, είπε, πέρασε τον δρόμο προς την αντίθετη κατεύθυνση, προς τις όχθες του Σηκουάνα.
«Με κοίταξε στα μάτια και είπε: “Χρειάζεσαι πιπί;” Ήταν σαν ενήλικας που μιλά σε παιδί. Το βρήκα αλλόκοτο, οπότε απάντησα ψυχρά». Εκείνος έδειξε ένα αποθηκευτικό χώρο κάτω από μια γέφυρα ως μέρος για να ουρήσει, αλλά εκείνη αρνήθηκε. «Ένα καμπανάκι χτυπούσε στο μυαλό μου ότι κάτι δεν πήγαινε καλά».
Ο Νεγκρ πρότεινε να πάνε προς το Λούβρο. Αλλά η τουαλέτα που βρήκε η ντε Βος κόστιζε 1 ευρώ και εκείνος της είχε ζητήσει να αφήσει την τσάντα της στο υπουργείο. Δεν είχε χρήματα, και εκείνος είπε ότι δεν είχε για να της δανείσει.
Τελικά, ανήμπορη να συνεχίσει, μπήκε σε μια καφετέρια. Η τουαλέτα ήταν στον πάνω όροφο και μόλις είδε την πόρτα, άρχισε να λερώνει τα ρούχα της, αλλά κατάφερε να στεγνώσει. Στο τρένο της επιστροφής, είπε ότι αισθάνθηκε «πολύ άσχημα, σαν να λιποθυμούσα».
Δεν εξεπλάγη όταν την κάλεσε η αστυνομία το 2019. «Πάντα πίστευα ότι κάτι ήταν παράξενο», είπε. «Το σύστημα δικαιοσύνης έχει αργήσει πολύ… Για μας, είναι σαν να γινόμαστε θύματα δεύτερη φορά».
Η περίπτωση της Έμιλι
Η Εμιλί, την οποία συμβούλεψε η δικηγόρος της να χρησιμοποιεί ψευδώνυμο επειδή η έρευνα συνεχίζεται, ήταν 29 ετών και καθιερωμένη στον χώρο των τεχνών όταν άρχισε να ψάχνει για νέα δουλειά το 2017. Ο Νεγκρ την προσέγγισε στο LinkedIn και την κάλεσε στο περιφερειακό γραφείο πολιτισμού στο Στρασβούργο, όπου τότε εργαζόταν. Της πρόσφερε τσάι και βγήκε από το δωμάτιο για να το ετοιμάσει, πριν συνεχίσει τη συνέντευξη με έναν περίπατο κοντά στο ποτάμι και μια επίσκεψη στον καθεδρικό, που διήρκεσε δύο ώρες.
Είπε: «Ήθελα να πάω στην τουαλέτα, αλλά εκείνος είπε: “Δεν υπάρχουν τουαλέτες εδώ. Συνεχίζουμε”. Περπατούσε πολύ, πολύ αργά, σταματώντας για ερωτήσεις. Ζαλιζόμουν, νόμιζα ότι θα λιποθυμήσω». Κατάφερε να επιστρέψει στο γραφείο, όπου εκείνος την οδήγησε κατευθείαν σε μια ιδιωτική τουαλέτα δίπλα στο γραφείο του. «Μου φάνηκε πολύ περίεργο», είπε.
Δύο χρόνια αργότερα, άκουσε για ρεπορτάζ σχετικά με έρευνα για χορήγηση διουρητικών από άγνωστο άτομο στο υπουργείο Πολιτισμού. «Ξαφνικά όλα βγάζαν νόημα, αλλά ήταν τεράστιο σοκ», είπε. Υπέβαλε μήνυση στην αστυνομία. Παραιτήθηκε από τη δουλειά της στο Στρασβούργο και αργότερα έφυγε από τη Γαλλία.
Η Μπεριό είπε ότι η υπόθεση έχει «εξαιρετική έκταση» και ότι η ασυνήθιστης διάρκειας έρευνα ισοδυναμεί νομικά με «δευτερογενή θυματοποίηση» των γυναικών από το σύστημα δικαιοσύνης. Είπε: «Η δίκη Πελικό ήταν ένα πολύ σημαντικό πρώτο βήμα και η χημική υποβολή παραμένει τεράστιο ζήτημα».
Κάποιες γυναίκες έχουν κερδίσει αποζημιώσεις σε αστική υπόθεση κατά του κράτους, όπου το ίδιο το υπουργείο Πολιτισμού δεν βρέθηκε υπεύθυνο. Αξιωματούχος του υπουργείου είπε ότι δεσμεύεται στην πρόληψη της παρενόχλησης και της σεξουαλικής βίας και στη στήριξη των επιζώντων.
Το συνδικάτο πολιτισμού της CGT είπε: «Θέλουμε το υπουργείο να αναγνωρίσει την ευθύνη του ως εργοδότης – υπάρχει συστημικό πρόβλημα, που επέτρεψε σε έναν ανώτερο δημόσιο υπάλληλο να λειτουργεί έτσι για μια δεκαετία». Το συνδικάτο είπε ότι άλλα στελέχη είχαν ήδη κάνει καταγγελίες εναντίον του, κατηγορώντας τον για φωτογράφιση ποδιών γυναικών σε συναντήσεις.
Η Ντελεζέν, που τώρα εργάζεται στο μάρκετινγκ σε κομμωτήριο στη Λιλ, είπε: «Προτεραιότητά μου είναι να μην συμβεί αυτό ξανά σε καμία».
*Με πληροφορίες από τον Guardian

